Vyvodit v řečtině

Překlad: vyvodit, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
συμπεραίνομαι, καταλήγω, συμπεραίνω, συνάγω, εκπίπτω, τελειώνω, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, επιστήσει
Vyvodit v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: vyvodit

vyvodit antonyma, vyvodit důsledky, vyvodit gramatika, vyvodit křížovka, vyvodit pravopis, vyvodit jazykový slovník řečtina, vyvodit v řečtině

Překlady

  • vyvlastnit v řečtině - αλλοτριώνω, απαλλοτριώνω, απαλλοτριώ, απαλλοτριώσει, να απαλλοτριώσει, απαλλοτριώσουν
  • vyvlastnění v řečtině - απαλλοτρίωση, απαλλοτρίωσης, απαλλοτριώσεων, απαλλοτριώσεις, απαλλοτριώσεως
  • vyvolat v řečtině - διεγείρω, σηκώνω, σκοπός, αιτία, επισύρω, επικαλούμαι, αναπτύσσω, ...
  • vyvolání v řečtině - τηλεφωνώ, κλήση, επίκληση, εξέλιξη, ανάπτυξη, ανάκληση, ανάκλησης, ...
Náhodná slova
Vyvodit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: συμπεραίνομαι, καταλήγω, συμπεραίνω, συνάγω, εκπίπτω, τελειώνω, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, επιστήσει