Vzdorující v řečtině
Překlad: vzdorující, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
απόδειξη, πειστήριο, ανθεκτικός, αντίθετος, αντίθεση, σε αντίθεση, αντιδιαστολή, αντίθεση με
Jiné jazyky
Příbuzná slova: vzdorující
vzdorující antonyma, vzdorující dítě, vzdorující gramatika, vzdorující křížovka, vzdorující moment, vzdorující jazykový slovník řečtina, vzdorující v řečtině
Překlady
- vzdorovat v řečtině - σκυθρωπιάζω, αψηφώ, εναντιώνομαι, αντιτίθεμαι, γενναίος, αντιστέκομαι, προκαλώ, ...
- vzdorovitý v řečtině - ιταμός, στασιαστικός, προκλητικός, προκλητική, προκλητικό, προκλητικά, προκλητικής
- vzdout v řečtině - εξογκώνω, πρήζω, φουσκώνω
- vzdouvat v řečtině - φουσκώνω, μπαλόνι, αερόστατο, εξογκώνω, πρήζω, κύματα, η κυματοειδής διάταξη, ...
Náhodná slova
Vzdorující v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: απόδειξη, πειστήριο, ανθεκτικός, αντίθετος, αντίθεση, σε αντίθεση, αντιδιαστολή, αντίθεση με
Překlady: απόδειξη, πειστήριο, ανθεκτικός, αντίθετος, αντίθεση, σε αντίθεση, αντιδιαστολή, αντίθεση με