Zářit v řečtině
Překlad: zářit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
λάμπω, εκπέμπω, αχτίδα, σπιθίζω, φεγγίζω, ματιά, αγριοκοιτάζω, αστράφτω, ακτινοβολώ, λάμψη, λαμποκοπώ, μαρμαρυγή, φλόγες, καδρόνι, δοκός, αναλαμπή, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: zářit
budu zářit, jak zářit, zářit antonyma, zářit gramatika, zářit křížovka, zářit jazykový slovník řečtina, zářit v řečtině
Překlady
- záření v řečtině - λαμπερός, σπινθηροβόλος, ακτινοβολία, ακτινοβολίας, ακτινοβολίες, την ακτινοβολία, της ακτινοβολίας
- zářez v řečtině - σκορ, βαθουλώνω, εγκοπή, σκοράρω, εικοσαριά, βαθούλωμα, στραπατσάρισμα, ...
- zářivý v řečtině - αστραφτερός, ακτινοβόλος, λαμπερός, έξοχος, φανταστικός, φωτεινό, φωτεινά, ...
- zářící v řečtině - αστραφτερός, ακτινοβόλος, αστραφτερά, gleaming, λαμπερό, στιλβωμένες, αστραφτερό
Náhodná slova
Zářit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: λάμπω, εκπέμπω, αχτίδα, σπιθίζω, φεγγίζω, ματιά, αγριοκοιτάζω, αστράφτω, ακτινοβολώ, λάμψη, λαμποκοπώ, μαρμαρυγή, φλόγες, καδρόνι, δοκός, αναλαμπή, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει
Překlady: λάμπω, εκπέμπω, αχτίδα, σπιθίζω, φεγγίζω, ματιά, αγριοκοιτάζω, αστράφτω, ακτινοβολώ, λάμψη, λαμποκοπώ, μαρμαρυγή, φλόγες, καδρόνι, δοκός, αναλαμπή, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει