Zaměstnanec v řečtině
Překlad: zaměstnanec, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
υπάλληλος, εργαζομένων, των εργαζομένων, εργαζόμενος, εργαζόμενο
Jiné jazyky
Příbuzná slova: zaměstnanec
sociální pojištění, sociální pojištění zaměstnanec, zaměstnanec anglicky, zaměstnanec antonyma, zaměstnanec daňové přiznání 2013, zaměstnanec jazykový slovník řečtina, zaměstnanec v řečtině
Překlady
- zaměnit v řečtině - αντικαθιστώ, διαφωνία, συνάλλαγμα, εναλλαγή, ανταλλάσσω, λογομαχία, ανταλάσσω, ...
- zaměnitelný v řečtině - μετατρέψιμος, φθαρτός, μετατρέψιμη, επιδέχονται υποκατάσταση, υποκατάσταση, επιδέχονται υπο-, χρησιμοποιηθούν από κοινού
- zaměstnanost v řečtině - εργασία, δραστηριότητα, απασχόλησης, απασχόληση, την απασχόληση, εργασίας
- zaměstnat v řečtině - καταλαμβάνω, απασχολούν, χρησιμοποιούν, χρησιμοποιεί, απασχολεί, χρησιμοποιήσει
Náhodná slova
Zaměstnanec v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: υπάλληλος, εργαζομένων, των εργαζομένων, εργαζόμενος, εργαζόμενο
Překlady: υπάλληλος, εργαζομένων, των εργαζομένων, εργαζόμενος, εργαζόμενο