Zastánce v řečtině
Překlad: zastánce, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
συνηγορώ, υποστηρικτής, υπερασπιστής, πρωταθλητής, συνήγορος, εισαγγελέα, εισαγγελέας, υπέρμαχος
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: zastánce
zastánce antonyma, zastánce fiskální politiky, zastánce gramatika, zastánce intervencionismu, zastánce kapitalismu, zastánce jazykový slovník řečtina, zastánce v řečtině
Překlady
- zastupování v řečtině - παραγγελιοδόχος, πληρεξούσιο, πληρεξούσιος, μεσολάβησης, proxy, διακομιστή μεσολάβησης
- zastupující v řečtině - αναπληρωματικός, αντικαταστάτης, υποκαθιστώ, αναπληρώνω, δράση, ηθοποιία, ενεργεί, ...
- zastávat v řečtině - στήριγμα, βοήθεια, συμπαράσταση, εκτελώ, εκροή, άφεση, απολύω, ...
- zastávka v řečtině - σκηνοθετώ, σταθμός, σκηνή, φάση, στάδιο, στάση, σταματήσει, ...
Náhodná slova
Zastánce v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: συνηγορώ, υποστηρικτής, υπερασπιστής, πρωταθλητής, συνήγορος, εισαγγελέα, εισαγγελέας, υπέρμαχος
Překlady: συνηγορώ, υποστηρικτής, υπερασπιστής, πρωταθλητής, συνήγορος, εισαγγελέα, εισαγγελέας, υπέρμαχος