Zaváhat v řečtině
Překlad: zaváhat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
τρικλίζω, αμφιρρέπω, διστάζω, διστάσετε, διστάσει, διστάζουν, διστάζετε
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: zaváhat
zaváhat antonyma, zaváhat gramatika, zaváhat křížovka, zaváhat pravopis, zaváhat synonymum, zaváhat jazykový slovník řečtina, zaváhat v řečtině
Překlady
- zavržený v řečtině - αποδοκιμαστεί, deprecated, αποδοκιμάζεται, καταργηθεί, συνειστόμενου
- zavádět v řečtině - ζαλίκι, φορτίζω, εργαλείο, συστήνω, υλοποιώ, γεμίζω, εισάγω, ...
- zavázat v řečtině - πεδικλώνω, διαπράττω, επίδεσμος, υποχρεώνω, γραβάτα, δένω, δεσμεύω, ...
- zavést v řečtině - τοποθετώ, εργαλείο, εισάγω, εγκαινιάζω, εγκαθιδρύω, ζαλίκι, ιδρύω, ...
Náhodná slova
Zaváhat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: τρικλίζω, αμφιρρέπω, διστάζω, διστάσετε, διστάσει, διστάζουν, διστάζετε
Překlady: τρικλίζω, αμφιρρέπω, διστάζω, διστάσετε, διστάσει, διστάζουν, διστάζετε