Zlehčovat v řečtině
Překlad: zlehčovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αναιρεί, υποβαθμίσει, μειώνουν, μειώσει, μειώνει
Jiné jazyky
Příbuzná slova: zlehčovat
zlehčovat antonyma, zlehčovat gramatika, zlehčovat křížovka, zlehčovat pravopis, zlehčovat synonymum, zlehčovat jazykový slovník řečtina, zlehčovat v řečtině
Překlady
- zlehka v řečtině - επιπόλαια, μαλακά, ελαφρώς, ευγενικά, σιγά, απαλά
- zlehčit v řečtině - καταπραΰνω, ανακουφίζω, προστυχαίνω, υποτιμώ, υποτιμήσει, να υποτιμήσει, υποβαθμίζουν, ...
- zlepšení v řečtině - ανασχηματισμός, μεταρρύθμιση, βελτίωση, μεταρρυθμίζω, βελτίωσης, τη βελτίωση, βελτίωση της, ...
- zlepšit v řečtině - βελτιώνω, μεταρρύθμιση, ανασχηματισμός, ραφινάρω, βελτιώνομαι, τέλειος, τελειοποιώ, ...
Náhodná slova
Zlehčovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αναιρεί, υποβαθμίσει, μειώνουν, μειώσει, μειώνει
Překlady: αναιρεί, υποβαθμίσει, μειώνουν, μειώσει, μειώνει