Způsobilost v řečtině
Překlad: způsobilost, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ικανότητα, καταλληλότητα, διεύθυνση, κλίση, προτέρημα, πρόκριση, χωρητικότητα, ταλέντο, προσόν, Αξιολόγηση, προσόντων, προσόντα, προεπιλογής
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: způsobilost
finanční způsobilost, odborná způsobilost, právní způsobilost, zdravotní způsobilost, způsobilost antonyma, způsobilost jazykový slovník řečtina, způsobilost v řečtině
Překlady
- zpříma v řečtině - ευθύς, ίσιος, αναστηλώνω, όρθιος, ανεγείρω, δοκάρι, τίμιος, ...
- způsob v řečtině - μέσο, διαμορφώνω, κέφι, έγκλιση, δρόμος, ύφος, σχηματίζω, ...
- způsobilý v řečtině - επιρρεπής, ικανός, κατάλληλος, έντεχνος, επιλέξιμες, επιλέξιμων, επιλέξιμα, ...
- způsobit v řečtině - υψώνω, φτιάχνω, σηκώνω, προξενώ, εξαναγκάζω, περίπτωση, κατασκευάζω, ...
Náhodná slova
Způsobilost v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ικανότητα, καταλληλότητα, διεύθυνση, κλίση, προτέρημα, πρόκριση, χωρητικότητα, ταλέντο, προσόν, Αξιολόγηση, προσόντων, προσόντα, προεπιλογής
Překlady: ικανότητα, καταλληλότητα, διεύθυνση, κλίση, προτέρημα, πρόκριση, χωρητικότητα, ταλέντο, προσόν, Αξιολόγηση, προσόντων, προσόντα, προεπιλογής