Způsobit v řečtině
Překlad: způsobit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
υψώνω, φτιάχνω, σηκώνω, προξενώ, εξαναγκάζω, περίπτωση, κατασκευάζω, δουλεύω, συνεπάγομαι, αφήνω, σκοπός, εργάζομαι, αναστηλώνω, προκαλώ, εργασία, αιτία, αιτίας, αίτιο, προκαλούν, λόγος
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: způsobit
způsobit anglicky, způsobit antonyma, způsobit gramatika, způsobit křížovka, způsobit pravopis, způsobit jazykový slovník řečtina, způsobit v řečtině
Překlady
- způsobilost v řečtině - ικανότητα, καταλληλότητα, διεύθυνση, κλίση, προτέρημα, πρόκριση, χωρητικότητα, ...
- způsobilý v řečtině - επιρρεπής, ικανός, κατάλληλος, έντεχνος, επιλέξιμες, επιλέξιμων, επιλέξιμα, ...
- způsobný v řečtině - εξεζητημένος, επιτηδευμένο, καλούς τρόπους, φιλικούς τους, επιτηδευμένα
- způsobující v řečtině - προκαλώντας, προκαλεί, προκαλούν, που προκαλεί, που προκαλούν
Náhodná slova
Způsobit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: υψώνω, φτιάχνω, σηκώνω, προξενώ, εξαναγκάζω, περίπτωση, κατασκευάζω, δουλεύω, συνεπάγομαι, αφήνω, σκοπός, εργάζομαι, αναστηλώνω, προκαλώ, εργασία, αιτία, αιτίας, αίτιο, προκαλούν, λόγος
Překlady: υψώνω, φτιάχνω, σηκώνω, προξενώ, εξαναγκάζω, περίπτωση, κατασκευάζω, δουλεύω, συνεπάγομαι, αφήνω, σκοπός, εργάζομαι, αναστηλώνω, προκαλώ, εργασία, αιτία, αιτίας, αίτιο, προκαλούν, λόγος