Zpevnit v řečtině
Překlad: zpevnit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
εμπεδώνω, διαβεβαιώνω, σκληραίνω, ενδυναμώνω, ενισχύω, επιβεβαιώνω, καρδαμώνω, εταιρεία, επιχείρηση, επιχείρησης, σταθερή, εταιρείας
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: zpevnit
jak zpevnit břicho, zpevnit antonyma, zpevnit břicho, zpevnit břicho za měsíc, zpevnit břišní svaly, zpevnit jazykový slovník řečtina, zpevnit v řečtině
Překlady
- zpeněžit v řečtině - υλοποιούμαι, αντιλαμβάνομαι, συνειδητοποιούν, συνειδητοποιήσουμε, συνειδητοποιήσουν, συνειδητοποιήσει
- zpestřit v řečtině - ποικίλλω, παραλλάζω, ποικίλω, ποικίλλοντος
- zpečetit v řečtině - βούλα, φώκια, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης
- zplihlý v řečtině - κουτσαίνω, χαλαρός, ισχνός, ψιλόλιγνος, ίσια, ισχνά, λεπτός
Náhodná slova
Zpevnit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: εμπεδώνω, διαβεβαιώνω, σκληραίνω, ενδυναμώνω, ενισχύω, επιβεβαιώνω, καρδαμώνω, εταιρεία, επιχείρηση, επιχείρησης, σταθερή, εταιρείας
Překlady: εμπεδώνω, διαβεβαιώνω, σκληραίνω, ενδυναμώνω, ενισχύω, επιβεβαιώνω, καρδαμώνω, εταιρεία, επιχείρηση, επιχείρησης, σταθερή, εταιρείας