Zpronevěřit v řečtině
Překlad: zpronevěřit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
υπεξαιρώ, καταχρώμαι, σφετερίζομαι, διασπαθιστούν, υπεξαίρεσης, καταστρατηγήσει, αποτελέσει καταστρατήγηση
Jiné jazyky
Příbuzná slova: zpronevěřit
zpronevěřit antonyma, zpronevěřit gramatika, zpronevěřit křížovka, zpronevěřit pravopis, zpronevěřit se, zpronevěřit jazykový slovník řečtina, zpronevěřit v řečtině
Překlady
- zprofanovat v řečtině - βεβηλώνω, desecrate, βεβηλώνουν, βεβηλώσουν, βεβήλωνε
- zpronevěra v řečtině - παρεκτροπή, παρέκβαση, κατάχρηση, υπεξαίρεση, υπεξαίρεσης, κατάχρησης, καταχρήσεις
- zprostit v řečtině - ξαλαφρώνω, αθωώνω, εκροή, δημοσιεύω, εκκρίνω, δικαιολογία, συγχωρώ, ...
- zprostředkovat v řečtině - διαπραγματεύομαι, παρεμβαίνω, τακτοποιώ, κανονίζω, επεμβαίνω, μεταφέρω, μεταφέρει, ...
Náhodná slova
Zpronevěřit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: υπεξαιρώ, καταχρώμαι, σφετερίζομαι, διασπαθιστούν, υπεξαίρεσης, καταστρατηγήσει, αποτελέσει καταστρατήγηση
Překlady: υπεξαιρώ, καταχρώμαι, σφετερίζομαι, διασπαθιστούν, υπεξαίρεσης, καταστρατηγήσει, αποτελέσει καταστρατήγηση