Zpuchřelý v řečtině
Překlad: zpuchřelý, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
σαθρός, σαπρός, σαπισμένος, χάλια, πρησμένος, Πρησμένα, Πρησμένοι, Πρησμένο, Διογκωμένοι
Jiné jazyky
Příbuzná slova: zpuchřelý
zpuchřelý antonyma, zpuchřelý gramatika, zpuchřelý křížovka, zpuchřelý pravopis, zpuchřelý slovník, zpuchřelý jazykový slovník řečtina, zpuchřelý v řečtině
Překlady
- zpráva v řečtině - αναφορά, πίνακας, πληροφορίες, σημασία, μύθος, ιστορία, μήνυμα, ...
- zprůmyslnit v řečtině - εκβιομηχάνιση, εκβιομηχάνιση της, εκβιομηχάνισή, βιομηχανοποίησης της, εκβιομηχάνισαν
- zpupnost v řečtině - ματαιοδοξία, κενοδοξία, η ματαιοδοξία, μάταιη δόξα
- zpupný v řečtině - ματαιόδοξος, ματαιόδοξη, ματαιόδοξοι, κενόδοξος
Náhodná slova
Zpuchřelý v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: σαθρός, σαπρός, σαπισμένος, χάλια, πρησμένος, Πρησμένα, Πρησμένοι, Πρησμένο, Διογκωμένοι
Překlady: σαθρός, σαπρός, σαπισμένος, χάλια, πρησμένος, Πρησμένα, Πρησμένοι, Πρησμένο, Διογκωμένοι