Ztělesnit v řečtině

Překlad: ztělesnit, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
παριστάνω, ενσωματώνω, εκφράζω, συσσωματώνω, προσωποποιώ, ενσαρκώνω, εξωτερικεύσουν, εξωτερικεύσει, εξωτερικεύουν, εξωτερικεύσουμε, να εξωτερικεύσουν
Ztělesnit v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: ztělesnit

ztělesnit antonyma, ztělesnit gramatika, ztělesnit křížovka, ztělesnit pravopis, ztělesnit synonymum, ztělesnit jazykový slovník řečtina, ztělesnit v řečtině

Překlady

  • ztížení v řečtině - πιο δύσκολο, πιο δύσκολη, δυσχερέστερη, δυσκολότερη, δυσκολότερο
  • ztížit v řečtině - επιδεινώνω, παρεμποδίζουν, παρακωλύουν, παρεμποδίσει, παρεμποδίσουν, να παρεμποδίζουν
  • ztělesňovat v řečtině - προσωποποιώ, ενσωματώνω, παριστάνω, συσσωματώνω, ενσαρκώνω, εκφράζω, ενσαρκώνουν, ...
  • ztěžovat v řečtině - εμποδίζουν, παρεμποδίζουν, παρεμποδίσει, εμποδίσουν, παρακωλύουν
Náhodná slova
Ztělesnit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: παριστάνω, ενσωματώνω, εκφράζω, συσσωματώνω, προσωποποιώ, ενσαρκώνω, εξωτερικεύσουν, εξωτερικεύσει, εξωτερικεύουν, εξωτερικεύσουμε, να εξωτερικεύσουν