Åbning på græsk
Oversættelse: åbning, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
άνοιγμα, ανοίγματος, το άνοιγμα, έναρξη, άνοιγμα της
Andre Sprog
Relaterede ord: åbning
bakken, folketingets åbning, ol åbning, åbning af bakken, åbning af bakken 2014, åbning sprog ordbog græsk, åbning på græsk
Oversættelser
- åbenbare på græsk - δημοσιεύω, αποκαλύψει, αποκαλύπτουν, αποκαλύψουν, αποκαλύψετε, αποκαλύπτει
- åbne på græsk - ανοιχτός, εγκαινιάζω, ανοίγω, ανοικτός, ανοιχτό, ανοικτή, ανοικτό
- åger på græsk - τοκογλυφία, τοκογλυφίας, της τοκογλυφίας, την τοκογλυφία, η τοκογλυφία
- ål på græsk - χέλι, χελιού, χελιών, χέλια, του χελιού
Tilfældige ord
Åbning på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: άνοιγμα, ανοίγματος, το άνοιγμα, έναρξη, άνοιγμα της
Oversættelser: άνοιγμα, ανοίγματος, το άνοιγμα, έναρξη, άνοιγμα της