Økonomi på græsk

Oversættelse: økonomi, Ordbog: dansk » græsk

Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
οικονομική, οικονομολογία, οικονομία, οικονομίας, οικονομία της, οικονομίας της, της οικονομίας
Økonomi på græsk
Relaterede ord
Andre Sprog

Relaterede ord: økonomi

danmark økonomi, danmarks økonomi, dansk økonomi, eu økonomi, grækenland, økonomi sprog ordbog græsk, økonomi på græsk

Oversættelser

  • øjenvippe på græsk - λοιδορώ, μαστίζω, βλεφαρίδα, τσίνορο, βλεφαρίδων, των βλεφαρίδων, βλεφαρίδες, ...
  • økologi på græsk - οικολογία, οικολογίας, την οικολογία, της οικολογίας, η οικολογία
  • økosystem på græsk - οικοσύστημα, οικοσυστήματος, οικοσυστημάτων, το οικοσύστημα, του οικοσυστήματος
  • økse på græsk - τσεκούρι, πέλεκας, πελέκι, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι
Tilfældige ord
Økonomi på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: οικονομική, οικονομολογία, οικονομία, οικονομίας, οικονομία της, οικονομίας της, της οικονομίας