Adskille på græsk
Oversættelse: adskille, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
ξεχωριστός, μοίρα, χωριστός, ιδιαίτερος, διχοτομία, χωρίζω, μοιράζω, ξεχωριστό, ξεχωριστή, χωριστή
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: adskille
adskille 13 polet stik, adskille antonymer, adskille betydning, adskille iphone 4, adskille iphone 5, adskille sprog ordbog græsk, adskille på græsk
Oversættelser
- adoption på græsk - υιοθέτηση, υιοθεσία, έγκριση, έκδοση, θέσπιση
- adresse på græsk - διεύθυνση, απευθύνω, τη διεύθυνση, η διεύθυνση, διεύθυνσης, διευθυνση
- adskilt på græsk - χωρίζω, ιδιαίτερος, ξεχωριστός, χωριστός, διαχωρίζεται, διαχωρίζονται, χωρίζονται, ...
- advare på græsk - προειδοποιώ, προειδοποιούν, προειδοποιήσει, προειδοποιεί, προειδοποιήσω
Tilfældige ord
Adskille på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: ξεχωριστός, μοίρα, χωριστός, ιδιαίτερος, διχοτομία, χωρίζω, μοιράζω, ξεχωριστό, ξεχωριστή, χωριστή
Oversættelser: ξεχωριστός, μοίρα, χωριστός, ιδιαίτερος, διχοτομία, χωρίζω, μοιράζω, ξεχωριστό, ξεχωριστή, χωριστή