Blokade på græsk
Oversættelse: blokade, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
αποκλεισμός, αποκλεισμό, αποκλεισμού, τον αποκλεισμό, παρεμπόδιση
Andre Sprog
Relaterede ord: blokade
blokade antonymer, blokade betydning, blokade bivirkninger, blokade i albue, blokade i hoften, blokade sprog ordbog græsk, blokade på græsk
Oversættelser
- blodmangel på græsk - αναιμία, αναιμίας, της αναιμίας, αναιμία του, την αναιμία
- blok på græsk - φραγμός, στηρίγματα, μπλοκ, μαξιλάρι, pad, ταμπόν, επίθεμα
- blomkål på græsk - κουνουπίδι, το κουνουπίδι, κουνουπιδιού, του κουνουπιδιού, κουνουπίδια
- blomme på græsk - δαμάσκηνο, δαμάσκηνου, δαμάσκηνων, δαμάσκηνα, δαμασκήνων
Tilfældige ord
Blokade på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: αποκλεισμός, αποκλεισμό, αποκλεισμού, τον αποκλεισμό, παρεμπόδιση
Oversættelser: αποκλεισμός, αποκλεισμό, αποκλεισμού, τον αποκλεισμό, παρεμπόδιση