Bo på græsk

Oversættelse: bo, Ordbog: dansk » græsk

Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
μένω, διαμένω, ζωντανός, κατοικώ, διαμονή, παραμονή, μείνετε, μείνουν, μείνει
Bo på græsk
Relaterede ord
Andre Sprog

Relaterede ord: bo

andreas bo, at bo, bo andersen, bo antonymer, bo bech, bo sprog ordbog græsk, bo på græsk

Oversættelser

  • blæst på græsk - τρικυμία, άνεμος, άνεμο, αιολική, αιολικής, του ανέμου
  • blød på græsk - μαλακός, ανίσχυρος, αδύναμος, μαλακό, μαλακή, μαλακά, μαλακών
  • bog på græsk - ποσότητα, καπαρώνω, φωνή, βιβλιάριο, βιβλίο, όγκος, βιβλίου, ...
  • boghandel på græsk - βιβλιοπωλείο, βιβλιοπωλείου, βιβλιοπωλείων, βιβλιοπωλεια, το βιβλιοπωλείο
Tilfældige ord
Bo på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: μένω, διαμένω, ζωντανός, κατοικώ, διαμονή, παραμονή, μείνετε, μείνουν, μείνει