Boghandler på græsk
Oversættelse: boghandler, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
βιβλιοπώλης, βιβλιοπωλεία, βιβλιοπωλείων, τα βιβλιοπωλεία, βιβλιοπωλεία που, βιβλιοπωλεία του
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: boghandler
arnold busck, bog og ide, boghandel, boghandler antonymer, boghandler betydning, boghandler sprog ordbog græsk, boghandler på græsk
Oversættelser
- bog på græsk - ποσότητα, καπαρώνω, φωνή, βιβλιάριο, βιβλίο, όγκος, βιβλίου, ...
- boghandel på græsk - βιβλιοπωλείο, βιβλιοπωλείου, βιβλιοπωλείων, βιβλιοπωλεια, το βιβλιοπωλείο
- bogholder på græsk - λογιστής, λογιστή, Accountant, Ελεγκτής Λογιστής, ΛΟΓΙΣΤΗΣ
- bogholderi på græsk - λογιστική, τήρηση λογιστικών βιβλίων, λογιστικών, λογιστικής, τήρησης βιβλίων, τήρηση βιβλίων
Tilfældige ord
Boghandler på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: βιβλιοπώλης, βιβλιοπωλεία, βιβλιοπωλείων, τα βιβλιοπωλεία, βιβλιοπωλεία που, βιβλιοπωλεία του
Oversættelser: βιβλιοπώλης, βιβλιοπωλεία, βιβλιοπωλείων, τα βιβλιοπωλεία, βιβλιοπωλεία που, βιβλιοπωλεία του