Bunke på græsk
Oversættelse: bunke, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
στοιβάδα, σωρός, στοίβα, στοιβάζω, σωρό, σωρού, πέλος
Andre Sprog
Relaterede ord: bunke
bunk bed, bunke antonymer, bunke betydning, bunke engelsk, bunke græs, bunke sprog ordbog græsk, bunke på græsk
Oversættelser
- bund på græsk - πάτος, κρεβάτι, κάτω μέρος, πυθμένας, κάτω, πυθμένα, βάση
- bundt på græsk - σύμπλεγμα, συστοιχία, δέσμη, συσσωρεύσει, ομαδοποιούν, συνενώνουν, δέσμες
- bur på græsk - κλουβί, κλωβό, κλωβού, κλωβός, κλουβιού
- bureau på græsk - πρακτορείο, υπηρεσία, Οργανισμού, Οργανισμός, οργανισμό, γραφείο
Tilfældige ord
Bunke på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: στοιβάδα, σωρός, στοίβα, στοιβάζω, σωρό, σωρού, πέλος
Oversættelser: στοιβάδα, σωρός, στοίβα, στοιβάζω, σωρό, σωρού, πέλος