Ekspert på græsk
Oversættelse: ekspert, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
επιτήδειος, εμπειρογνώμονας, προχωρημένος, επιδέξιος, έντεχνος, εμπειρογνώμων, ειδικός, ικανός, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, των εμπειρογνωμόνων
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: ekspert
ekspert aars, ekspert antonymer, ekspert betydning, ekspert frederiksværk, ekspert grenå, ekspert sprog ordbog græsk, ekspert på græsk
Oversættelser
- ekspedere på græsk - υπηρετώ, επισπεύσει, επίσπευση, να επισπεύσει, επισπεύσουν, την επιτάχυνση
- eksperiment på græsk - πειραματίζομαι, πείραμα, πειράματος, το πείραμα, του πειράματος, πειράματα
- eksplosion på græsk - ξεσπώ, έκρηξη, ξέσπασμα, έκρηξης, εκρήξεις, από εκρήξεις, εκρήξεως
- eksport på græsk - εξάγω, εξαγωγή, εξαγωγής, την εξαγωγή, εξαγωγών, εξαγωγές
Tilfældige ord
Ekspert på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: επιτήδειος, εμπειρογνώμονας, προχωρημένος, επιδέξιος, έντεχνος, εμπειρογνώμων, ειδικός, ικανός, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, των εμπειρογνωμόνων
Oversættelser: επιτήδειος, εμπειρογνώμονας, προχωρημένος, επιδέξιος, έντεχνος, εμπειρογνώμων, ειδικός, ικανός, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, των εμπειρογνωμόνων