Elev på græsk
Oversættelse: elev, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
φοιτήτρια, μαθητής, μαθήτρια, φοιτητής, σπουδαστής, μαθητή, φοιτητή, σπουδαστών
Andre Sprog
Relaterede ord: elev
elev antonymer, elev betydning, elev ferie, elev hårup, elev i jysk, elev sprog ordbog græsk, elev på græsk
Oversættelser
- element på græsk - στοιχείο, στοιχείου, στοιχείων, στοιχεία, το στοιχείο
- elendighed på græsk - δυστυχία, μιζέρια, αθλιότητα, δυστυχίας, τη δυστυχία
- elevator på græsk - υψώνω, σηκώνω, ασανσέρ, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων
- elg på græsk - άλκη, άλκες, μους, αλκών, moose
Tilfældige ord
Elev på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: φοιτήτρια, μαθητής, μαθήτρια, φοιτητής, σπουδαστής, μαθητή, φοιτητή, σπουδαστών
Oversættelser: φοιτήτρια, μαθητής, μαθήτρια, φοιτητής, σπουδαστής, μαθητή, φοιτητή, σπουδαστών