Emulsion på græsk
Oversættelse: emulsion, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
γαλάκτωμα, γαλακτώματος, του γαλακτώματος, γαλάκτωμα που, γαλακτωμάτων
Andre Sprog
Relaterede ord: emulsion
emulsion antonymer, emulsion asfalt, emulsion betyder, emulsion betydning, emulsion krydsord, emulsion sprog ordbog græsk, emulsion på græsk
Oversættelser
- embryo på græsk - έμβρυο, εμβρύου, εμβρύων, έμβρυα, του εμβρύου
- emne på græsk - υπήκοος, υποκείμενο, αντικείμενο, θέμα, Το θέμα, Συζήτηση, θέματος, ...
- en på græsk - ένας, ένα, μία, μια, α
- encyklopædi på græsk - εγκυκλοπαιδεία, εγκυκλοπαίδεια, Encyclopedia, εγκυκλοπαίδειας, εγκυκλοπαίδεια και
Tilfældige ord
Emulsion på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: γαλάκτωμα, γαλακτώματος, του γαλακτώματος, γαλάκτωμα που, γαλακτωμάτων
Oversættelser: γαλάκτωμα, γαλακτώματος, του γαλακτώματος, γαλάκτωμα που, γαλακτωμάτων