Entropi på græsk
Oversættelse: entropi, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
εντροπία, εντροπίας, η εντροπία, της εντροπίας, την εντροπία
Andre Sprog
Relaterede ord: entropi
entropi antonymer, entropi betydning, entropi enhed, entropi enthalpi, entropi formel, entropi sprog ordbog græsk, entropi på græsk
Oversættelser
- ental på græsk - ιδιόμορφος, μοναδικός, ενικός, ενικό, μοναδική, μοναδικό, ενικού
- entomologi på græsk - εντομολογία, Εντομολογίας, Entomology, της εντομολογίας
- enzym på græsk - ένζυμο, ενζύμου, ενζύμων, του ενζύμου, ένζυμο που
- epidemi på græsk - πανδημία, επιδημία, επιδημίας, επιδημία του, Epidemic, την επιδημία
Tilfældige ord
Entropi på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: εντροπία, εντροπίας, η εντροπία, της εντροπίας, την εντροπία
Oversættelser: εντροπία, εντροπίας, η εντροπία, της εντροπίας, την εντροπία