Forordning på græsk

Oversættelse: forordning, Ordbog: dansk » græsk

Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
παραγγέλλω, θέσπισμα, διάταγμα, θεσπίζω, διάγγελμα, εντολή, προσταγή, παραγγελία, κανονισμός, ρύθμιση, κανονισμού, κανονισμό, τον κανονισμό
Forordning på græsk
Relaterede ord
Andre Sprog

Relaterede ord: forordning

eu forordning, forordning 1/2003, forordning 10/2011, forordning 1408/71, forordning 1612/68, forordning sprog ordbog græsk, forordning på græsk

Oversættelser

  • fornøjelse på græsk - ηδονή, κέφι, ευχαρίστηση, διασκέδαση, ψυχαγωγία, πλάκα, αρέσκεια, ...
  • forord på græsk - πρόλογος, προλογίζω, προοίμιο, κανονισμός, ρύθμιση, κανονισμού, κανονισμό, ...
  • forretning på græsk - προδίδω, δουλειά, βάζω, αποθηκεύω, υπόθεση, επιχείρηση, δουλειές, ...
  • forråd på græsk - απόθεμα, παρακρατώ, βάζω, μαγαζί, αποθηκεύω, καταστήματα, αποθηκεύει, ...
Tilfældige ord
Forordning på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: παραγγέλλω, θέσπισμα, διάταγμα, θεσπίζω, διάγγελμα, εντολή, προσταγή, παραγγελία, κανονισμός, ρύθμιση, κανονισμού, κανονισμό, τον κανονισμό