Forsamling på græsk
Oversættelse: forsamling, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
συγκέντρωση, αναμέτρηση, συναρμολόγηση, σύναξη, συνέλευση, Συνέλευσης, Συνέλευσης των, Συνέλευση των, Συνέλευση του
Andre Sprog
Relaterede ord: forsamling
forsamling antonymer, forsamling betydning, forsamling bygningen hjørring, forsamling der vælger ny pave, forsamling engelsk, forsamling sprog ordbog græsk, forsamling på græsk
Oversættelser
- forræderi på græsk - προδοσία, προδοσίας, την προδοσία, η προδοσία, της προδοσίας
- forsamles på græsk - περισυλλέγω, συναρμολογώ, μαζεύομαι, μαζεύω, συγκεντρώνομαι, συναθροίζω, συγκεντρώσει, ...
- forsigtig på græsk - προσεκτικός, επιφυλακτικός, εφεκτικός, επερχόμενο, προσεκτική, στον επερχόμενο, προσεκτικοί
- forsikre på græsk - βεβαιώνω, διαβεβαιώνω, διαβεβαιώσω, εξασφαλιστεί, εξασφαλίσει, εξασφάλιση
Tilfældige ord
Forsamling på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: συγκέντρωση, αναμέτρηση, συναρμολόγηση, σύναξη, συνέλευση, Συνέλευσης, Συνέλευσης των, Συνέλευση των, Συνέλευση του
Oversættelser: συγκέντρωση, αναμέτρηση, συναρμολόγηση, σύναξη, συνέλευση, Συνέλευσης, Συνέλευσης των, Συνέλευση των, Συνέλευση του