Frygtelig på græsk
Oversættelse: frygtelig, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
φοβερός, απαίσιος, τρομακτικός, τρομερός, έσχατος, φοβισμένος, τρομερό, τρομερή, φοβερό, φοβερή
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: frygtelig
frygtelig antonymer, frygtelig betydning, frygtelig engelsk, frygtelig krydsord, frygtelig lykkelig, frygtelig sprog ordbog græsk, frygtelig på græsk
Oversættelser
- fryde på græsk - ευφροσύνη, εντρυφώ, χαρά, ηδονή, απόλαυση, ευχαρίστηση, απόλαυσης, ...
- frygt på græsk - φόβος, φοβάμαι, τρόμος, ταραχή, σύλληψη, φόβο, φόβου, ...
- fryse på græsk - καταψύχω, κρουσταλλιάζω, παγώνω, πάγωμα, παγώσει, καταψύχετε, να παγώσει, ...
- fræk på græsk - φρέσκος, ζωντανός, νωπός, δροσερός, άτακτος, κακό, άτακτο, ...
Tilfældige ord
Frygtelig på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: φοβερός, απαίσιος, τρομακτικός, τρομερός, έσχατος, φοβισμένος, τρομερό, τρομερή, φοβερό, φοβερή
Oversættelser: φοβερός, απαίσιος, τρομακτικός, τρομερός, έσχατος, φοβισμένος, τρομερό, τρομερή, φοβερό, φοβερή