Høring på græsk
Oversættelse: høring, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
διαβούλευση, διαβούλευσης, διαβουλεύσεις, διαβουλεύσεων, από διαβούλευση
Andre Sprog
Relaterede ord: høring
høring antonymer, høring betydning, høring christiansborg, høring folketinget, høring fælles mål, høring sprog ordbog græsk, høring på græsk
Oversættelser
- høre på græsk - ακούω, ακούσει, ακούσετε, ακούει, ακούνε
- hørelse på græsk - ακοή, ακρόαση, άκουσε, ακοής, ακούσει
- høst på græsk - σοδειά, τρύγος, θερίζω, κουρεύω, φθινόπωρο, συγκομιδή, συγκομιδής, ...
- høste på græsk - τρύγος, θερίζω, σοδειά, συγκομιδή, συγκομιδής, τη συγκομιδή, συγκομιδή του, ...
Tilfældige ord
Høring på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: διαβούλευση, διαβούλευσης, διαβουλεύσεις, διαβουλεύσεων, από διαβούλευση
Oversættelser: διαβούλευση, διαβούλευσης, διαβουλεύσεις, διαβουλεύσεων, από διαβούλευση