Høvl på græsk

Oversættelse: høvl, Ordbog: dansk » græsk

Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
ροκάνι, επίπεδο, πλάνη, στάθμη, μηχανή πλανίσματος, πλάνης, planer, πλανίσματος
Høvl på græsk
Relaterede ord
Andre Sprog

Relaterede ord: høvl

høvl antonymer, høvl betydning, høvl elektrisk, høvl engelsk, høvl harald nyborg, høvl sprog ordbog græsk, høvl på græsk

Oversættelser

  • høst på græsk - σοδειά, τρύγος, θερίζω, κουρεύω, φθινόπωρο, συγκομιδή, συγκομιδής, ...
  • høste på græsk - τρύγος, θερίζω, σοδειά, συγκομιδή, συγκομιδής, τη συγκομιδή, συγκομιδή του, ...
  • i på græsk - πάνω, σε, μέσα, άνω, εντός, ανά, κάθε, ...
  • iagttagelse på græsk - παρακολούθηση, πίνακας, παρατηρώ, παρατηρητικότητα, παρατήρηση, παρατήρησης, παρακολούθησης, ...
Tilfældige ord
Høvl på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: ροκάνι, επίπεδο, πλάνη, στάθμη, μηχανή πλανίσματος, πλάνης, planer, πλανίσματος