Hindre på græsk

Oversættelse: hindre, Ordbog: dansk » græsk

Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
αποτρέπω, εμποδίζω, παρακωλύω, φράζω, κάγκελο, σκοτίζομαι, ενοχλώ, κόπος, ενοχλούμαι, κωλυσιεργώ, προλαβαίνω, παρενοχλώ, μπαρ, πρόληψη, την πρόληψη, αποτροπή, εμποδίζουν, αποτρέψει
Hindre på græsk
Relaterede ord
Andre Sprog

Relaterede ord: hindre

hindre antonym, hindre antonymer, hindre betydning, hindre engelsk, hindre for digital verdiskapning, hindre sprog ordbog græsk, hindre på græsk

Oversættelser

  • himmerige på græsk - παράδεισος, ουρανός, ουρανό, ουρανού, τον ουρανό
  • hindbær på græsk - βατόμουρο, σμέουρα, τα σμέουρα, σμέουρων, βατόμουρα, σμέουρα που
  • hindring på græsk - στένωση, εμπόδιο, παρεμβολή, παρακώλυση, εμποδίου, εμπόδια, εμπόδιο για, ...
  • histologi på græsk - ιστολογία, Ιστολογίας, ιστολογική εξέταση, Η ιστολογική εξέταση, Η ιστολογία
Tilfældige ord
Hindre på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: αποτρέπω, εμποδίζω, παρακωλύω, φράζω, κάγκελο, σκοτίζομαι, ενοχλώ, κόπος, ενοχλούμαι, κωλυσιεργώ, προλαβαίνω, παρενοχλώ, μπαρ, πρόληψη, την πρόληψη, αποτροπή, εμποδίζουν, αποτρέψει