Hul på græsk
Oversættelse: hul, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
υπόκωφος, κοίλος, τρύπα, κούφιος, βαθουλωμένος, κοιλότητα, λάκκος, ορυχείο, οπή, οπής, οπών, τρύπας
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: hul
et hul, gul og gratis, hul antonymer, hul betydning, hul i hjertet, hul sprog ordbog græsk, hul på græsk
Oversættelser
- hugorm på græsk - οχιά, Viper, οχιάς, οχιών, έχιδνα
- hukommelse på græsk - μνήμη, ανάμνηση, μνήμης, τη μνήμη, της μνήμης, μνήμη του
- hule på græsk - σπηλιά, σπήλαιο, σπηλαίου, σπηλιάς, το σπήλαιο
- hulepindsvin på græsk - ακανθόχοιρος, Porcupine, σκαντζόχοιρο, σκαντζόχοιρου, οι Porcupine
Tilfældige ord
Hul på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: υπόκωφος, κοίλος, τρύπα, κούφιος, βαθουλωμένος, κοιλότητα, λάκκος, ορυχείο, οπή, οπής, οπών, τρύπας
Oversættelser: υπόκωφος, κοίλος, τρύπα, κούφιος, βαθουλωμένος, κοιλότητα, λάκκος, ορυχείο, οπή, οπής, οπών, τρύπας