Imitere på græsk
Oversættelse: imitere, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
αντιγράφω, αντίτυπο, αντίγραφο, μιμούμαι, μιμηθούν, μιμούνται, μιμηθεί, μιμείται, απομίμηση
Andre Sprog
Relaterede ord: imitere
imitere alsaker, imitere antonymer, imitere betydning, imitere definisjon, imitere definition, imitere sprog ordbog græsk, imitere på græsk
Oversættelser
- imbecil på græsk - βλάκας
- imellem på græsk - μεταξύ, ανάμεσα, μεταξύ των, μεταξύ της, μεταξύ του
- immunologi på græsk - ανοσολογία, Immunology, ανοσολογίας, της ανοσολογίας, την ανοσολογία
- imod på græsk - κατά, εναντίον, έναντι, κατά της, από
Tilfældige ord
Imitere på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: αντιγράφω, αντίτυπο, αντίγραφο, μιμούμαι, μιμηθούν, μιμούνται, μιμηθεί, μιμείται, απομίμηση
Oversættelser: αντιγράφω, αντίτυπο, αντίγραφο, μιμούμαι, μιμηθούν, μιμούνται, μιμηθεί, μιμείται, απομίμηση