Indbildning på græsk
Oversættelse: indbildning, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
παραίσθηση, φαντασία, τη φαντασία, φαντασίας, η φαντασία, την φαντασία
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: indbildning
depression indbildning, graviditet indbildning, indbildning af sygdom, indbildning antonymer, indbildning betydning, indbildning sprog ordbog græsk, indbildning på græsk
Oversættelser
- import på græsk - εισάγω, εισαγωγή, εισαγωγής, την εισαγωγή, εισαγωγών, εισαγωγές
- incest på græsk - αιμομιξία, αιμομιξίας, την αιμομιξία, η αιμομιξία, της αιμομιξίας
- indbo på græsk - διακανονισμός, τακτοποίηση, ετοιμασία, διευθέτηση, περιεχόμενα, περιεχόμενο, περιεχομένου, ...
- indbyde på græsk - προσκαλώ, καλώ, καλέσει, προσκαλούμε, προσκαλούν
Tilfældige ord
Indbildning på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: παραίσθηση, φαντασία, τη φαντασία, φαντασίας, η φαντασία, την φαντασία
Oversættelser: παραίσθηση, φαντασία, τη φαντασία, φαντασίας, η φαντασία, την φαντασία