Jævn på græsk
Oversættelse: jævn, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
επίπεδος, στάθμη, ακόμα, λείος, πλάνη, διαμέρισμα, ίσος, επίπεδο, ροκάνι, τακτικά, τακτική, σε τακτική, κανονικά, τακτά
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: jævn
jævn antonymer, jævn betydning, jævn cirkelbevægelse, jævn cirkelbevægelse formel, jævn græsplæne, jævn sprog ordbog græsk, jævn på græsk
Oversættelser
- jurist på græsk - συνήγορος, δικηγόρος, δικηγόρο, δικηγόρου, τον δικηγόρο, ο δικηγόρος
- jæger på græsk - κυνηγός, Hunter, κυνηγό, κυνηγού, κυνηγών
- kabel på græsk - γραμμή, καλώδιο, παρατάσσω, ρυτίδα, επενδύω, καλωδίου, καλωδιακή, ...
- kabine på græsk - θαλαμίσκος, καμπίνα, θαλάμου επιβατών, θαλάμου, καμπίνας, θάλαμο
Tilfældige ord
Jævn på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: επίπεδος, στάθμη, ακόμα, λείος, πλάνη, διαμέρισμα, ίσος, επίπεδο, ροκάνι, τακτικά, τακτική, σε τακτική, κανονικά, τακτά
Oversættelser: επίπεδος, στάθμη, ακόμα, λείος, πλάνη, διαμέρισμα, ίσος, επίπεδο, ροκάνι, τακτικά, τακτική, σε τακτική, κανονικά, τακτά