Kønrøg på græsk
Oversættelse: kønrøg, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
γάνα, καπνιά, αιθάλη, αιθάλης, μέλαν του άνθρακος, μαύρου άνθρακα, μέλανος του άνθρακος
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: kønrøg
kønrøg antonymer, kønrøg betydning, kønrøg farve, kønrøg krydsord, kønrøg maling, kønrøg sprog ordbog græsk, kønrøg på græsk
Oversættelser
- kølig på græsk - δροσερός, δροσερό, δροσερά, δροσερή, ψυχρό
- kølle på græsk - λέσχη, ρόπαλο, κλαμπ, σύλλογος, club, σύλλογο
- køretøj på græsk - όχημα, οχήματος, οχημάτων, του οχήματος, αυτοκινήτου
- laboratorium på græsk - εργαστήριο, εργαστηρίου, εργαστηριακές, εργαστηριακών, εργαστηριακή
Tilfældige ord
Kønrøg på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: γάνα, καπνιά, αιθάλη, αιθάλης, μέλαν του άνθρακος, μαύρου άνθρακα, μέλανος του άνθρακος
Oversættelser: γάνα, καπνιά, αιθάλη, αιθάλης, μέλαν του άνθρακος, μαύρου άνθρακα, μέλανος του άνθρακος