Kløft på græsk
Oversættelse: kløft, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
ρεματιά, λαγκάδι, φαράγγι, λαγκάδα, χάσμα, χάσματος, διαίρει, διαίρεση, διαχωρισμός
Andre Sprog
Relaterede ord: kløft
kløft antonymer, kløft betydning, kløft dannet af et vandløb, kløft dannet af vandløb, kløft i hagen, kløft sprog ordbog græsk, kløft på græsk
Oversættelser
- klæbrig på græsk - κολλητικός, γλοιώδης, κολλώδης, κολλώδη, κολλώδες, κολλώδεις, αυτοκόλλητες
- klæder på græsk - ρούχα, ρουχισμός, τα ρούχα, Ενδυμασία, ρούχων, ενδύματα
- kløver på græsk - τριφύλλι, τριφυλλιού, το τριφύλλι, τριφύλλια, τριφυλλιών
- knage på græsk - αγκιστρώνω, άγκιστρο, γάντζος, τριγμός, τρίξιμο, τρίζει, να τρίζει, ...
Tilfældige ord
Kløft på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: ρεματιά, λαγκάδι, φαράγγι, λαγκάδα, χάσμα, χάσματος, διαίρει, διαίρεση, διαχωρισμός
Oversættelser: ρεματιά, λαγκάδι, φαράγγι, λαγκάδα, χάσμα, χάσματος, διαίρει, διαίρεση, διαχωρισμός