Klog på græsk

Oversættelse: klog, Ordbog: dansk » græsk

Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
λογικός, σοφός, συνετός, φρόνιμος, έξυπνος, έξυπνο, έξυπνη, έξυπνες, έξυπνα
Klog på græsk
Relaterede ord
Andre Sprog

Relaterede ord: klog

klog antonymer, klog betydning, klog kone, klog kost, klog krydsord, klog sprog ordbog græsk, klog på græsk

Oversættelser

  • kloakledning på græsk - οχετός, στραγγίζω, υπόνομος, αποχέτευσης, υπονόμων, αποχέτευση, αποχετευτικό δίκτυο
  • klods på græsk - στηρίγματα, φραγμός, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες
  • klokke på græsk - κουδούνι, καμπάνα, καμπάνας, κώδωνα, κουδουνιού
  • klor på græsk - χλώριο, χλωρίου, το χλώριο, του χλωρίου, σε χλώριο
Tilfældige ord
Klog på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: λογικός, σοφός, συνετός, φρόνιμος, έξυπνος, έξυπνο, έξυπνη, έξυπνες, έξυπνα