Lide på græsk
Oversættelse: lide, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
υποφέρω, παθαίνω, πάσχω, σαν, Όπως, Σας αρέσει, αρέσει, Όπως και
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: lide
at lide, canoscan, lide 110, lide 210, lide 700f, lide sprog ordbog græsk, lide på græsk
Oversættelser
- liberalisme på græsk - φιλελευθερισμός, φιλελευθερισμού, φιλελευθερισμό, ο φιλελευθερισμός, τον φιλελευθερισμό
- licens på græsk - επιτρέπω, άδεια, άδειας, πιστοποιητικού, αδείας, πιστοποιητικό
- lidelse på græsk - πόνος, καημός, ατυχία, θλίψη, αγωνία, αταξία, διαταραχή, ...
- lidt på græsk - μικρός, λίγοι, λίγο, μερικοί, μερικός, ένα μικρό, μια μικρή, ...
Tilfældige ord
Lide på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: υποφέρω, παθαίνω, πάσχω, σαν, Όπως, Σας αρέσει, αρέσει, Όπως και
Oversættelser: υποφέρω, παθαίνω, πάσχω, σαν, Όπως, Σας αρέσει, αρέσει, Όπως και