Modvilje på græsk
Oversættelse: modvilje, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
αντιπαθώ, αποστροφή, αντιπάθεια, αποστροφής, απέχθεια, η αποστροφή, την αποστροφή
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: modvilje
modvilje antonym, modvilje antonymer, modvilje betydning, modvilje engelsk, modvilje imod, modvilje sprog ordbog græsk, modvilje på græsk
Oversættelser
- modtagelse på græsk - υποδοχή, ρεσεψιόν, λήψη, δεξίωση, υποδοχής
- modtager på græsk - παραλήπτης, δέκτης, δέκτη, δε, του δέκτη, παραλήπτη
- molekyle på græsk - μόριο, μορίου, μόριο που, μόριο του, το μόριο
- molybdæn på græsk - μολυβδαίνιο, μολυβδαινίου, μολυβδένιο, μολυβδενίου, το μολυβδαίνιο
Tilfældige ord
Modvilje på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: αντιπαθώ, αποστροφή, αντιπάθεια, αποστροφής, απέχθεια, η αποστροφή, την αποστροφή
Oversættelser: αντιπαθώ, αποστροφή, αντιπάθεια, αποστροφής, απέχθεια, η αποστροφή, την αποστροφή