Nå på græsk
Oversættelse: nå, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
κατορθώνω, καταφέρω, επιτυγχάνω, πραγματοποιώ, τώρα, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, φτάσει, να φτάσει
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: nå
nå antonymer, nå betydning, nå dine mål, nå dit mål, nå eller når, nå sprog ordbog græsk, nå på græsk
Oversættelser
- nysgerrig på græsk - περίεργος, αδιάκριτος, περιέργεια, δείτε, περίεργοι, γνωρίζετε
- nyttig på græsk - χρήσιμος, πλεονεκτικός, μετάφραση, Μεταφραστική, Μετάφρασης, Μεταφραστικού, Μεταφραστικό
- nåde på græsk - χάρη, χάριτος, τη χάρη, χάρης, επιείκεια
- nål på græsk - βελόνα, βελόνας, βελόνης, βελόνη, της βελόνας
Tilfældige ord
Nå på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: κατορθώνω, καταφέρω, επιτυγχάνω, πραγματοποιώ, τώρα, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, φτάσει, να φτάσει
Oversættelser: κατορθώνω, καταφέρω, επιτυγχάνω, πραγματοποιώ, τώρα, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, φτάσει, να φτάσει