Nær på græsk
Oversættelse: nær, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
κοντινός, κοντά, κολλητός, πνιγηρός, αποπνιχτικός, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: nær
bed and breakfast, campingpladser, hotel københavn, nær antonymer, nær betydning, nær sprog ordbog græsk, nær på græsk
Oversættelser
- næb på græsk - ράμφος, το ράμφος, ράμφους, ραμφών, ακρορρίνιο
- næbdyr på græsk - πλατύπους, Platypus, πλατύποδα, Το Platypus, από πλατύποδες
- nære på græsk - καλλιεργώ, σιτίζω, ταΐζω, τρέφω, τροφοδοτώ, κοντά, στενή, ...
- næring på græsk - θρέψη, φαγητό, τροφή, διατροφή, διατροφής, διατροφή των
Tilfældige ord
Nær på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: κοντινός, κοντά, κολλητός, πνιγηρός, αποπνιχτικός, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Oversættelser: κοντινός, κοντά, κολλητός, πνιγηρός, αποπνιχτικός, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής