Ordre på græsk
Oversættelse: ordre, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
παραγγελία, παραγγέλλω, προσταγή, εντολή, προστάζω, διατάζω, διαταγή, Διάταξη, Τάξης, Ταξινόμηση
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: ordre
en ordre, ordre antonymer, ordre betydning, ordre eller ordrer, ordre i flertal, ordre sprog ordbog græsk, ordre på græsk
Oversættelser
- ordne på græsk - κανονίζω, τακτοποιώ, καθορίσει, διορθώσετε, να καθορίσει, καθορίζουν, καθορίζει
- ordning på græsk - εντολή, παραγγελία, προσταγή, παραγγέλλω, σχέδιο, καθεστώς, καθεστώτος, ...
- ordsprog på græsk - ρητό, απόφθεγμα, παροιμία, γνωμικό, παροιμίας, η παροιμία
- organ på græsk - όργανο, πρακτορείο, Οργανισμού, Οργανισμός, οργανισμό, γραφείο
Tilfældige ord
Ordre på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: παραγγελία, παραγγέλλω, προσταγή, εντολή, προστάζω, διατάζω, διαταγή, Διάταξη, Τάξης, Ταξινόμηση
Oversættelser: παραγγελία, παραγγέλλω, προσταγή, εντολή, προστάζω, διατάζω, διαταγή, Διάταξη, Τάξης, Ταξινόμηση