Ordsprog på græsk
Oversættelse: ordsprog, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
ρητό, απόφθεγμα, παροιμία, γνωμικό, παροιμίας, η παροιμία
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: ordsprog
citater, danske ordsprog, gode ordsprog, kærlighed, kærlighed ordsprog, ordsprog sprog ordbog græsk, ordsprog på græsk
Oversættelser
- ordning på græsk - εντολή, παραγγελία, προσταγή, παραγγέλλω, σχέδιο, καθεστώς, καθεστώτος, ...
- ordre på græsk - παραγγελία, παραγγέλλω, προσταγή, εντολή, προστάζω, διατάζω, διαταγή, ...
- organ på græsk - όργανο, πρακτορείο, Οργανισμού, Οργανισμός, οργανισμό, γραφείο
- organisation på græsk - διοργάνωση, οργάνωση, οργανισμός, οργάνωσης, οργανώσεως, οργανισμού
Tilfældige ord
Ordsprog på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: ρητό, απόφθεγμα, παροιμία, γνωμικό, παροιμίας, η παροιμία
Oversættelser: ρητό, απόφθεγμα, παροιμία, γνωμικό, παροιμίας, η παροιμία