Pessimisme på græsk
Oversættelse: pessimisme, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
απαισιοδοξία, απαισιοδοξίας, την απαισιοδοξία, η απαισιοδοξία, πεσιμισμό
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: pessimisme
pessimisme antonymer, pessimisme betekenis, pessimisme betydning, pessimisme definition, pessimisme depression, pessimisme sprog ordbog græsk, pessimisme på græsk
Oversættelser
- personlig på græsk - προσωπικός, προσωπική, προσωπικών, προσωπικά, προσωπικές
- personlighed på græsk - χαρακτήρας, προσωπικότητα, προσωπικότητας, προσωπικότητά, της προσωπικότητας, την προσωπικότητα
- pesticid på græsk - φυτοφάρμακο, φυτοφαρμάκων, των φυτοφαρμάκων, φυτοφαρμάκου, φυτοφαρμάκων πάνω
- petroleum på græsk - κηροζίνη, πετρέλαιο, κηροζίνης, της κηροζίνης, την κηροζίνη
Tilfældige ord
Pessimisme på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: απαισιοδοξία, απαισιοδοξίας, την απαισιοδοξία, η απαισιοδοξία, πεσιμισμό
Oversættelser: απαισιοδοξία, απαισιοδοξίας, την απαισιοδοξία, η απαισιοδοξία, πεσιμισμό