Pleje på græsk
Oversættelse: pleje, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
νοσοκόμα, βάγια, παρακολουθώ, παραβρίσκομαι, φροντίζω, προσοχή, φροντίδα, περίθαλψη, φροντίδας, περίθαλψης
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: pleje
bil pleje, kære pleje, omsorg og pleje, palliativ, palliativ pleje, pleje sprog ordbog græsk, pleje på græsk
Oversættelser
- plastic på græsk - πλαστικός, πλαστική ύλη, πλαστικό, πλαστικά, πλαστική
- platin på græsk - πλατίνα, λευκόχρυσος, πλατίνας, λευκόχρυσου, του λευκοχρύσου
- plet på græsk - λεκιάζω, βούλα, κηλίδα, μέρος, λερώνω, αμαυρώνω, ρυπαίνω, ...
- pligt på græsk - καθήκον, υποχρέωση, δασμοί, δασμός, φόρος, δασμού, δασμό
Tilfældige ord
Pleje på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: νοσοκόμα, βάγια, παρακολουθώ, παραβρίσκομαι, φροντίζω, προσοχή, φροντίδα, περίθαλψη, φροντίδας, περίθαλψης
Oversættelser: νοσοκόμα, βάγια, παρακολουθώ, παραβρίσκομαι, φροντίζω, προσοχή, φροντίδα, περίθαλψη, φροντίδας, περίθαλψης