Plet på græsk

Oversættelse: plet, Ordbog: dansk » græsk

Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
λεκιάζω, βούλα, κηλίδα, μέρος, λερώνω, αμαυρώνω, ρυπαίνω, στίγμα, εντοπίζω, ψεγάδι, αποστατώ, σπυρί, ελάττωμα, σημείο, επιτόπιους, τόπου, επιτόπου
Plet på græsk
Relaterede ord
Andre Sprog

Relaterede ord: plet

plet antonymer, plet betydning, plet bøger, plet for øjet, plet i øjet, plet sprog ordbog græsk, plet på græsk

Oversættelser

  • platin på græsk - πλατίνα, λευκόχρυσος, πλατίνας, λευκόχρυσου, του λευκοχρύσου
  • pleje på græsk - νοσοκόμα, βάγια, παρακολουθώ, παραβρίσκομαι, φροντίζω, προσοχή, φροντίδα, ...
  • pligt på græsk - καθήκον, υποχρέωση, δασμοί, δασμός, φόρος, δασμού, δασμό
  • plov på græsk - αλέτρι, οργώνω, άροτρο, αρότρου, αυλακώσεως, άροτρο με
Tilfældige ord
Plet på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: λεκιάζω, βούλα, κηλίδα, μέρος, λερώνω, αμαυρώνω, ρυπαίνω, στίγμα, εντοπίζω, ψεγάδι, αποστατώ, σπυρί, ελάττωμα, σημείο, επιτόπιους, τόπου, επιτόπου