Polere på græsk
Oversættelse: polere, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
λούστρο, λουστράρω, βερνίκι, λείος, στιλβώνω, γυαλίζω, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: polere
polere aluminium, polere antonymer, polere betongulv, polere betydning, polere bil, polere sprog ordbog græsk, polere på græsk
Oversættelser
- podium på græsk - εξέδρα, βάθρο, βήμα, πόντιουμ, βάθρου
- pokal på græsk - φλιτζάνι, τρόπαιο, το τρόπαιο, έπαθλο, τροπαίου, τρόπαιο του
- politi på græsk - αστυνομεύω, αστυνομία, αστυνομίας, αστυνομικής, αστυνομική, της αστυνομίας
- politibetjent på græsk - αστυνόμος, στέλεχος, αξιωματικός, αστυφύλακας, αστυνομικός, αξιωματικός της αστυνομίας, αστυνομικό, ...
Tilfældige ord
Polere på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: λούστρο, λουστράρω, βερνίκι, λείος, στιλβώνω, γυαλίζω, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά
Oversættelser: λούστρο, λουστράρω, βερνίκι, λείος, στιλβώνω, γυαλίζω, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά