Rasende på græsk
Oversættelse: rasende, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
οργισμένος, μαινόμενος, έξαλλος, εξαγριωμένος, έξω φρενών, μανιώδη, εξαγριωμένη
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: rasende
rasende antonymer, rasende betydning, rasende kat, rasende krydsord, rasende kylling, rasende sprog ordbog græsk, rasende på græsk
Oversættelser
- ransage på græsk - αναζήτηση, έρευνα, Αναζήτηση, αναζήτησης, Η αναζήτηση, αναζήτησή
- rar på græsk - καλός, ευγενικός, είδος, ωραίος, ευχάριστος, RAR, ΚΑΚ, ...
- rask på græsk - υγιής, άγρυπνος, υγιή, υγιείς, υγιές, υγιούς
- rat på græsk - τροχός, ρόδα, τιμόνι, τιμονιού, του τιμονιού, στο τιμόνι, το τιμόνι
Tilfældige ord
Rasende på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: οργισμένος, μαινόμενος, έξαλλος, εξαγριωμένος, έξω φρενών, μανιώδη, εξαγριωμένη
Oversættelser: οργισμένος, μαινόμενος, έξαλλος, εξαγριωμένος, έξω φρενών, μανιώδη, εξαγριωμένη