Regel på græsk
Oversættelse: regel, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
ρύθμιση, αποφασίζω, βασιλεύω, ιθύνω, κανονισμός, κανόνας, κανόνα, κράτους, κράτος, τον κανόνα
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: regel
den gyldne regel, en regel, regel 24-2b, regel 34, regel 45x95, regel sprog ordbog græsk, regel på græsk
Oversættelser
- rede på græsk - θαλάμη, χτένα, φωλιάζω, φωλιά, χτενίζω, έτοιμος, έτοιμη, ...
- redskab på græsk - εργαλείο, εργαλείου, μέσο, το εργαλείο, εργαλείο για
- regelmæssig på græsk - ομαλός, τακτικός, ίσος, ακόμα, τακτική, τακτικές, τακτικά, ...
- regere på græsk - αποφασίζω, έλεγχος, βασιλεύω, κανόνας, ιθύνω, διέπω, εξουσιάζω, ...
Tilfældige ord
Regel på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: ρύθμιση, αποφασίζω, βασιλεύω, ιθύνω, κανονισμός, κανόνας, κανόνα, κράτους, κράτος, τον κανόνα
Oversættelser: ρύθμιση, αποφασίζω, βασιλεύω, ιθύνω, κανονισμός, κανόνας, κανόνα, κράτους, κράτος, τον κανόνα