Rente på græsk
Oversættelse: rente, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
τόκος, επιτόκιο, ενδιαφέρον, επιτοκίου, επιτοκίων, των επιτοκίων, επιτόκιο που
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: rente
boliglån, boliglån rente, effektiv rente, f1 rente, fast rente, rente sprog ordbog græsk, rente på græsk
Oversættelser
- rensdyr på græsk - τάρανδος, ταράνδων, ταράνδου, τάρανδο, τάρανδοι
- rense på græsk - καθαρός, καθαρίζω, καθαρό, καθαρά, καθαρή, καθαρές
- reparere på græsk - επισκευάζω, επισκευή, μπάλωμα, φτιάχνω, επισκευής, την επισκευή, επιδιόρθωση, ...
- repræsentant på græsk - παραστατικός, πράκτορας, αντιπροσωπευτικός, μεσίτης, αντιπρόσωπος, παράγων, εκπρόσωπος, ...
Tilfældige ord
Rente på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: τόκος, επιτόκιο, ενδιαφέρον, επιτοκίου, επιτοκίων, των επιτοκίων, επιτόκιο που
Oversættelser: τόκος, επιτόκιο, ενδιαφέρον, επιτοκίου, επιτοκίων, των επιτοκίων, επιτόκιο που